Αφιέρωμα στη μάχη της Άγκυρας που έγινε σαν σήμερα στις 28 Ιουλίου 1402

Πρόλογος:

  Στις 28 Ιουλίου του 1402, διεξήχθη η μάχη της Άγκυρας, στην ομώνυμη πόλη της σημερινής πρωτεύουσας της Τουρκίας. Η μάχη, έγινε ανάμεσα στον οθωμανικό στρατό, ο οποίος ήταν, υπό την ηγεσία του σουλτάνου, Βαγιαζήτ του Α΄και του μογγολικού στρατού, υπό τον Τιμούρ ή Ταμερλάνο

Η μάχη, υπήρξε σκληρή και στο παρακάτω άρθρο, θα αναφερθούμε στα γεγονότα, που προηγήθηκαν, στην εξέλιξη της μάχης, καθώς και στο γεγονός ότι, η μάχη καθυστέρησε, για πενήντα ένα έτη την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης, από τους Οθωμανούς Τούρκους.

 

Τα γεγονότα και οι δύο αντίπαλοι στρατοί, πριν τη μάχη:

  Κατ’ αρχάς, τον 12ο και 13ο αιώνα, εμφανίστηκε ένα νέο τουρκικό φύλο, οι Οθωμανοί Τούρκοι, οι οποίοι πήραν το όνομα τους από τον ιδρυτή τους, τον Οθμάν ή Οσμάν το Α΄, ο οποίος ίδρυσε ένα μικρό κρατίδιο στη περιοχή της Μικράς Ασίας. Μετά τον Οσμάν, την ηγεσία, ανέλαβε ο γιος του, Ορχάν Γαζή, που κατέλαβε αρκετές περιοχές της Μικράς Ασίας, ανάμεσα τους και τη πόλη της Προύσας (σημερινή πόλη της Τουρκίας) την οποία, έκανε τη πρώτη πρωτεύουσα του Οθωμανικού κράτους. 

Έπειτα, σουλτάνος έγινε ο Μουράτ ο Α΄, ο οποίος κατέλαβε ευρωπαϊκά εδάφη της Βυζαντινής αυτοκρατορίας στη Βαλκανική χερσόνησο (μάχη του Κοσσυφοπεδίου 1389, στην οποία σκοτώθηκε) και μετά, σουλτάνος ανέλαβε ο γιος του, Βαγιαζήτ ο Α΄, ο οποίος εδραίωσε τη κυριαρχία των Οθωμανών, τόσο στη Μικρά Ασία όσο και στα Βαλκάνια.

 
Εικόνα 1: Ο σουλτάνος Βαγιαζήτ ο Α΄.

  

Ο σουλτάνος Βαγιαζήτ ο Α΄ ή Βαγιαζήτ Γιλντιρίμ, που σημαίνει «κεραυνός», ο οποίος ήταν πολύ υπεροπτικός, αφού εδραίωσε την επιρροή της οθωμανικής αυτοκρατορίας, θέλησε να καταλάβει τη Κωνσταντινούπολη. 

Το 1396, παρότρυνε τους κατοίκους της Πόλης, να ανακηρύξουν αυτοκράτορα το νεαρό Ιωάννη Παλαιολόγο, ο οποίος ήταν προστατευόμενος των Οθωμανών, αλλά αρνήθηκαν και έτσι, ξεκίνησε τη πολιορκία της πρωτεύουσας του Βυζαντίου. 

Γι’ αυτό, κατασκεύασε στη μία ακτή του Βοσπόρου, το φρούριο Ανατολού-Χισάρ, το οποίο αποτέλεσε μια πολύ χρήσιμη επιχειρησιακή βάση. Έτσι, άρχισε το 1396, μια σειρά από πολιορκίες, οι οποίες κράτησαν για έξι έτη έως το 1402, αλλά οι πολιορκίες δεν ήταν τόσο έντονες, ούτε είχαν την ισχύι, όπως του 1453. Παρά ταύτα, η Κωνσταντινούπολη βρισκόταν στα πρόθυρα της κατάρρευσης, ενώ ο Βαγιαζήτ, θεωρούσε ότι, εύκολα θα καταλάμβανε τη Πόλη. 

Εικόνα 2: Ο Μογγόλος ηγεμόνας, Ταμερλάνος.

  
Όμως, το 1402 εμφανίστηκε από την ανατολή ένας νέος ισχυρός ηγεμόνας, ο Τιμούρ Λενγκ ή Χωλός, (δηλαδή κουτσός, επειδή είχε τραυματιστεί στο ένα πόδι) ή Ταμερλάνος. Ο Ταμερλάνος ήταν τουρκικής καταγωγής, αν και ο ίδιος ισχυριζόταν ότι, καταγόταν από τη φυλή, που καταγόταν και ο Τζένγκις Χαν, δηλαδή θεωρούσε ότι, ήταν Μογγόλος. 

Γεννήθηκε στο σημερινό Ουζμπεκιστάν το 1336 και απεβίωσε το 1405. Ήταν γενικά, βίαιος και πολύ σκληρός. Κατάφερε να ενώσει τους γηγενείς πληθυσμούς και κατέκτησε αρκετές περιοχές της κεντρικής Ασίας, δηλαδή κατέλαβε το Χορασάν (τμήμα του σημερινού Ιράν), τη Περσία και κατέστησε υποτελές το Τουρκεστάν, δηλαδή τα σημερινά κράτη, του Καζακστάν, του Τουρκμενιστάν, του Κιργιστάν και του Ουζμπεκιστάν. Έτσι, είχε δημιουργήσει μια ισχυρή αυτοκρατορία.

 Σ’ αυτό το σημείο, πρέπει να αναφέρουμε ότι, ο Ταμερλάνος, ήταν πολύ βίαιος, όταν καταλάμβανε μια οποιαδήποτε πόλη και μάλιστα, διέταζε τους στρατιώτες του, να κόβουν τα κεφάλια του άμαχου πληθυσμού και με αυτά, να φτιάχνουν πυραμίδες. Επομένως, κατανοούμε ότι, υπήρξε ένας πολύ σκληρός και βίαιος ηγεμόνας.

Εικόνα 3: Η αυτοκρατορία του Ταμερλάνου.

  Το 1386, εισέβαλλε στη Τιφλίδα (σημερινή πρωτεύουσα της Γεωργίας) και από εκεί κατευθύνθηκε προς τη πόλη Σεβάστεια. 

Οι κάτοικοι της, αρνήθηκαν να παραδοθούν και ο Ταμερλάνος επιτέθηκε εναντίον της οχυρωμένης πόλης, τη κατέλαβα και προέβη σε βάρβαρες και βάναυσες πράξεις, εναντίον του τοπικού πληθυσμού. 

Σύμφωνα, με ορισμένες πηγές, θανατώθηκαν 120.000 αιχμάλωτοι, ανάμεσα στους οποίους, ήτο και ένας από τους γιους του Βαγιαζήτ. Έπειτα, κατευθύνθηκε προς το Χαλέπι (σημερινή πόλη της Συρίας), που εκείνη τη περίοδο, ανήκε στο σουλτανάτο της Αιγύπτου.

Ο στρατός των Αιγυπτίων αντιστάθηκαν γενναία, αλλά εν τέλει, ηττήθηκαν από τους στρατιώτες του Ταμερλάνου, οι οποίοι με την κατάληψη της πόλης, έσφαξαν όλες τις γυναίκες και τα παιδιά. Στη συνέχεια, κινήθηκε προς τη Δαμασκό, όπου και τη κατέλαβε και μετά, κατευθύνθηκε προς τη Βαγδάτη (πρωτεύουσα του σημερινού Ιράκ). 

Εκεί, εντός μιας ζεστής ημέρας, τη κατέλαβε και όλος ο πληθυσμός της πόλης, σφαγιάστηκε, πλην των ιμάμηδων και των καθηγητών. Μ’ αυτό τον τρόπο, τα σύνορα της αυτοκρατορίας του Ταμερλάνου γειτνίασαν με τα σύνορα της οθωμανικής αυτοκρατορίας.

  Στη συνέχεια, μετά τη κατάληψη της Βαγδάτης, ο Ταμερλάνος έστειλε μήνυμα στο Βαγιαζήτ, με το οποίο τον υποχρέωσε να σταματήσει τη πολιορκία της Κωνσταντινούπολης. 

Συγχρόνως, έστειλε μήνυμα και προς τους Γενουάτες της συνοικίας του Γαλατά στη Κωνσταντινούπολη, με την οποία τους ζητούσε να του στείλουν στρατιωτική βοήθεια, για να συντρίψουν τον Οθωμανό σουλτάνο. Ο Τιμούρ οργάνωσε και έστειλε ένα πολυάριθμο στρατό στο Ντον, στην Αζοφική θάλασσα και στον Κιμέριο Βόσπορο, ο οποίος συνδέει την Αζοφική θάλασσα με τον Εύξεινο πόντο.

  Τότε, ο Βαγιαζήτ έλυσε τη πολιορκία της Κωνσταντινούπολης και έστειλε μια άκρως προσβλητική επιστολή στο Ταμερλάνο, με την οποία ζητούσε (ο Βαγιαζήτ) από το Ταμερλάνο, να υποταχτεί και συν τοις άλλοις, δήλωσε ότι, αν δε το πράξει, οι γυναίκες του χαρεμιού του, θα έπαιρναν διαζύγιο από τον ίδιο. 

Αυτή η επιστολή, ήταν πολύ προκλητική και μάλιστα, όταν τη διάβασαν οι Οθωμανοί πρεσβευτές στο Ταμερλάνο, είπε ότι: «Αυτός ο γιος του Μουράτ, είναι τρελός». Θύμωσε, μόλις άκουσε όλα τα προσβλητική λόγια του Βαγιαζήτ και απευθυνόμενος (ο Ταμερλάνος) προς τους Οθωμανούς πρέσβεις, δήλωσε ότι, θα τους σκότωνε, αν δεν ήταν κανόνας, μεταξύ των ηγεμόνων, να σέβονται τη ζωή των πρεσβευτών. 

Επομένως, κατανοούμε ότι, η σύγκρουση ανάμεσα στους δύο στρατούς, ήταν αναπόφευκτη.

Η μάχη:

  Μόλις, πήρε το μήνυμα του Ταμερλάνου, ο Βαγιαζήτ, δηλαδή ότι, δεν επρόκειτο να υποταχτεί, ξεκίνησε να προετοιμάζει το στρατό του για την επικείμενη μάχη. Την ίδια στιγμή, ο Τιμούρ ξεκίνησε από τη Σεβάστεια και εντός δώδεκα ημερών, έφτασε στην Άγκυρα

Εκεί, στρατοπέδευσε σ’ ένα ασφαλές σημείο, αφού απέτυχε, αρχικά, να καταλάβει την Άγκυρα. Μετέφερε το στρατόπεδο του, στην απέναντι όχθη ενός ποταμού, όπου και προστατεύτηκε μία πλευρά του στρατού του. Επομένως, είχε καταλάβει μια καλή οχυρωματική θέση. 

Από την άλλη πλευρά, εντός του οθωμανικού στρατού, επικρατούσε μια δυσαρέσκεια, λόγω της υπεροψίας και της φιλαργυρίας του Βαγιαζήτ, ο οποίος αγνοούσε επιδεικτικά τις συμβουλές των στρατηγών του, οι οποίοι τον συμβούλευαν, να καταλάβει μια καλή οχυρωματική θέση. Όμως, ο Βαγιαζήτ, λόγω των συνεχόμενων νικηφόρων εκστρατειών του, αρνήθηκε.

  Επιπρόσθετα, δεν υπήρχε η απαραίτητη πειθαρχία, εντός των τάξεων του οθωμανικού στρατού, η οποία υπόθαλπτε τη συνοχή και την ομόνοια, που ήσαν απαραίτητες για μια νικηφόρα έκβαση σε μια μάχη. Παράλληλα, ο Βαγιαζήτ, κατέλαβε μια οχυρωματική θέση, βορείως του στρατοπέδου του Τιμούρ, επειδή ήθελε να τον περιφρονήσει. Μάλιστα, ένα άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα της αλαζονείας, που είχε (ο Βαγιαζήτ), είναι ότι, πήγε για κυνήγι στα γύρω υψώματα και έδινε την εντύπωση ότι, δε τον απασχολούσε καθόλου η επικείμενη μάχη. 

Όμως, πολλοί από τους στρατιώτες του (Βαγιαζήτ) πέθαναν από τη ζέστη και από τις κακουχίες, που είχαν υποστεί και μετά, από ένα κυνήγι, το οποίο διήρκησε για τρεις ημέρες, επιστρέφοντας στο στρατόπεδο ο Βαγιαζήτ, διαπίστωσε ότι, οι Μογγόλοι το είχαν καταλάβει και συν τοις άλλοις, ο Ταμερλάνος είχε αποκόψει σχεδόν ολοκληρωτικά, τον ανεφοδιασμό του οθωμανικού στρατού σε νερό και το είχε μολύνει. Μετά από αυτά, ο Βαγιαζήτ κατανόησε ότι, δεν έπρεπε να καθυστερήσει την επερχόμενη μάχη.

  Υπολογίζεται ότι, ο οθωμανικός στρατός είχε στις τάξεις του, 85.000 Οθωμανούς στρατιώτες, αρκετούς Ταρτάρους, οι οποίοι, στη διάρκεια της μάχης, αποσκίρτησαν από το στρατό των Οθωμανών και προσχώρησαν στον αντίπαλο στρατό των ομοεθνών τους και 20.000 Σέρβους, με επικεφαλής το Λαζάρεβιτς, οι οποίοι είχαν αναγκαστεί να συνοδεύσουν τους Οθωμανούς στρατιώτες και να πολεμήσουν μαζί τους. 

Από την άλλη πλευρά, ο Ταμερλάνος διέθετε 140.000 άνδρες περίπου, ανάμεσα στους οποίους, υπήρχαν και αρκετοί έφιπποι τοξότες και συν τοις άλλοις, είχε φέρει και είχε παρατάξει σε θέση μάχης, αρκετούς ελέφαντες από την Ινδία. Μάλιστα, χαρακτηριστικό γεγονός αποτελεί ότι, όταν αντίκρυσαν οι Σέρβοι τους ελέφαντες, απόρησαν και συνάμα φοβήθηκαν.

  Όσον αφορά, τη παράταξη των δύο στρατών: οι Οθωμανοί παρατάχτηκαν με το Βαγιαζήτ στο κέντρο και με τους τρεις γιους του, τον Ισά, το Μουσά και το Μουσταφά, ενώ ο άλλος γιος του, ο Σουλεϊμάν πήρε θέση στη δεξιά πλευρά του στρατού, διοικώντας τα ασιατικά στρατεύματα. 

Επιπλέον, οι Σέρβοι βρίσκονταν στην αριστερή πλευρά, με επικεφαλής τους, το Λαζάρεβιτς. Αντίθετα, οι Μογγόλοι παράταξαν τους ελέφαντες απέναντι από τους Σέρβους, ενώ ο Ταμερλάνος με τους γιους και τους εγγονούς του, βρίσκονταν στο κέντρο.

  Στις έξι το πρωί της 28ης Ιουλίου του 1402, ξεκίνησε η μάχη ανάμεσα στους δύο στρατούς. Οι Ταρτάροι επιτέθηκαν εναντίον των σερβικών στρατευμάτων, αλλά απωθήθηκαν. Στη δεξιά πλευρά του οθωμανικού στρατού, τα ασιατικά στρατεύματα, δηλαδή οι στρατιώτες, οι οποίες είχαν έλθει από τις επαρχίες της Μικράς Ασίας, που κατείχαν οι Οθωμανοί, πολέμησαν με λιγότερη γενναιότητα, αφού πολλοί απ’ αυτούς, όπως προαναφέραμε, αποσκίρτησαν από τις τάξεις του οθωμανικού στρατού και εντάχθηκαν στο μογγολικό στρατό, όντας Ταρτάροι. 

Μ’ αυτό τον τρόπο, αποδυναμώθηκε η μία πλευρά των Οθωμανών. Ο Βαγιαζήτ συνέχισε να μάχεται στο κέντρο, περιβαλλόμενος από τους δέκα χιλιάδες γενίτσαρους, που ήσαν η προσωπική φρουρά του. Την ίδια στιγμή, οι Σέρβοι αποκόπηκαν από τον υπόλοιπο στρατό, αλλά κατάφεραν να ανοίξουν δρόμο, εντός των τάξεων του μογγολικού στρατού

Μόλις τους είδε, ο Τιμούρ θαύμασε το θάρρος και τη γενναιότητα τους. Μάλιστα, ο Λαζάρεβιτς, συμβούλευσε το Βαγιαζήτ να διανοίξει ένα δρόμο, εντός των Μογγόλων, αλλά ο Βαγιαζήτ διαφώνησε.

Εικόνα 4: Ο Βαγιαζήτ αιχμάλωτος του Ταμερλάνου.

  Έπειτα, ο Βαγιαζήτ συνέχισε να πολεμάει όλη την ημέρα, όντας αποκομμένος από το υπόλοιπο στράτευμα, μαζί με τους γενίτσαρους. Όμως, πολλοί από τους στρατιώτες του, εξαντλημένοι και συνάμα καταβεβλημένοι ,από τη ζέστη και από την έλλειψη νερού, έπεφταν νεκροί στο πεδίο της μάχης. 

Συγχρόνως, οι Μογγόλοι τους χτυπούσαν, απ’ όλες τις πλευρές. Εδώ, πρέπει να αναφέρουμε ότι, οι απώλειες υπολογίζονται σε 40.000 στρατιώτες εκατέρωθεν. Πριν βραδιάσει, ο Βαγιαζήτ βλέποντας ότι, δε μπορούσε να νικήσει, διέταξε, να υποχωρήσουν. 

Οι Μογγόλοι, βλέποντας την οπισθοχώρηση των Οθωμανών, άρχισαν να τους καταδιώκουν. Μάλιστα, ο Βαγιαζήτ, στη διάρκεια της υποχώρησης, πιάστηκε αιχμάλωτος, αφού έπεσε με το άλογο του. Συνελήφθησαν και ο γιος του, Μουσά και αρκετοί στρατηγοί του. Αντίθετα, οι άλλοι τρεις γιοι του, κατάφεραν να διαφύγουν. Μετέφεραν το Βαγιαζήτ, στη σκηνή του Ταμερλάνου. 

Σύμφωνα, με ορισμένες πηγές, ο Τιμούρ φέρθηκε με σεβασμό στον αιχμάλωτο σουλτάνο και τον διαβεβαίωσε ότι, η ζωή του δε κινδύνευε. Μάλιστα, χαρακτηριστικό παράδειγμα, της καλής συμπεριφοράς, που επέδειξε ο Τιμούρ στο Βαγιαζήτ, είναι ότι, του παρεχώρησε τρεις σκηνές, για να διαμείνει μαζί με τη συνοδεία του.

  Όμως, όταν προσπάθησε να αποδράσει ο Βαγιαζήτ, τον έκλεισαν σ’ ένα δωμάτιο με σιδερόφρακτα παράθυρα, προκειμένου, να αποτρέψουν μια ενδεχόμενη απόδραση του, τον φρουρούσαν μέρα-νύχτα και γενικά, ήταν πιο αυστηρά τα μέτρα φύλαξης του. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι, τον έκλεισαν σ’ ένα κλουβί αλυσοδεμένο, αλλά αυτό δεν ισχύει. Ο Βαγιαζήτ πέθανε το 1403 σ’ ηλικία 49 ετών, ενώ κάποιοι υποστηρίζουν ότι, αυτοκτόνησε.

Τα μετέπειτα γεγονότα:

  Μετά τη νικηφόρα μάχη της Άγκυρας, ο Ταμερλάνος κινήθηκε προς τη πρωτεύουσα του οθωμανικού κράτους, που εκείνη τη περίοδο, ήταν η Προύσα, όπου τη κατέλαβε και εφάρμοσε τις ίδιες φρικαλεότητες στο τοπικό πληθυσμό της πόλης. Εν συνεχεία, λεηλάτησε τη Νίκαια, το Γκεμλίκ (Κίος) και τη Κιουτάχεια. Μετά, κινήθηκε δυτικότερα, όπου πολιόρκησε και εν τέλει, κατέκτησε τη Σμύρνη, η οποία είχε περιέλθει στα χέρια των Ιωαννιτών ιπποτών. Με τη κατάληψη της Σμύρνης, σφαγιάστηκε όλος ο πληθυσμός της πόλης. 

Ο Ταμερλάνος με το στρατό του, είχε σκορπίσει τον όλεθρο, τη καταστροφή, το φόβο και το τρόμο, στους κατοίκους των περιοχών της Μικράς Ασίας(τόσο του ελληνικού όσο και του τουρκικού στοιχείου), με τις φρικαλεότητες του. Είχε ξεπεράσει και τους Οθωμανούς, με τις τακτικές της σφαγής και της λεηλασίας, που εφάρμοζε.

  Την ίδια περίοδο, ο γιος του Βαγιαζήτ, Σουλεϊμάν, είχε βρει καταφύγιο στην ευρωπαϊκή ακτή του Βοσπόρου και προσπαθούσε, να ανασυντάξει την αυτοκρατορία των Οθωμανών, αλλά αυτό ήταν πολύ δύσκολο, αφού το οθωμανικό κράτος διχάστηκε και όλοι οι γιοι του Βαγιαζήτ, φιλονικούσαν μεταξύ τους, για το ποιος θα ηγείτο των εδαφών της αυτοκρατορίας, που δεν είχε καταλάβει ο Ταμερλάνος. Εν τέλει, επικράτησε ο Μωάμεθ ο Α΄. 

Παράλληλα, ο βυζαντινός αυτοκράτορας στη Κωνσταντινούπολη, Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγος, έστειλε αγγελιαφόρους, για να δηλώσει φόρου υποτελής στο Ταμερλάνο. Συγχρόνως, οι Γενουάτες της Φώκαιας, της Μυτιλήνης και της Χίου, υποτάχτηκαν στους Μογγόλους και κατέστησαν φόρου υποτελείς τους. Έτσι, εδραίωσε τη κυριαρχία του, σ’ όλη τη Μικρά Ασία.

  Μετά την κατάληψη της Σμύρνης, ο Ταμερλάνος αποφάσισε να επιστρέψει στη Κεντρική Ασία και σχεδίασε να εισβάλει στη Κίνα. Το 1405 πέθανε και η αυτοκρατορία του χωρίστηκε στους γιους του, οι οποίοι μάχονταν μεταξύ τους, για το ποιος θα αναλάμβανε, την ηγεσία του κράτους των Μογγόλων και εν τέλει, η αυτοκρατορία διασπάστηκε.

Επίλογος:

  Καταληκτικά, η μάχη της Άγκυρας, αποτελεί μια πολύ σημαντική μάχη της παγκόσμιας ιστορίας. Με την ήττα των Οθωμανών στη μάχη, το κράτος τους, είχε υποστεί σοβαρό πλήγμα, σ’ όλους τους τομείς του και είχε περιέλθει, σε μια κατάσταση αναρχίας και εμφυλίων συρράξεων, οι οποίες κράτησαν για περίπου είκοσι έτη, δηλαδή έως το 1421, όταν ανέλαβε σουλτάνος, ο εγγονός του Βαγιαζήτ, Μουράτ ο Β΄, (γιος του Μωάμεθ του Α΄), ο οποίος σταθεροποίησε τη κατάσταση στο εσωτερικό. 

Συγχρόνως, η ήττα των Οθωμανών, έδωσε χρόνο στη καταρρέουσα βυζαντινή αυτοκρατορία (να αναδιοργανωθεί τόσο οικονομικά όσο και στρατιωτικά, αλλά αυτό, εν τέλει δεν έγινε) και συν τοις άλλοις, καθυστέρησε την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης, για μισό αιώνα.

Βιβλιογραφία:

1)      Σερ  Έντουινν Πήαρς, «Η καταστροφή της ελληνικής αυτοκρατορίας- η άλωση της Κωνσταντινούπολης 1453», επιμ. μτφρ Δάφνη Ανδρέου, Αθήνα 2005.

Επιμέλεια: Βαγγέλης Κούλης για το Hondos News 

Post a Comment

To Hondos News σέβεται το δικαίωμα όλων των χρηστών να εκφράζουν ελεύθερα την άποψή τους ωστόσο διατηρεί το δικαίωμα, να μην δημοσιεύει συκοφαντικά και υβριστικά σχόλια. Έτσι όποια σχόλια, περιέχουν ακατάλληλα προς το κοινό χαρακτηριστικά θα αποσύρονται από τον ιστότοπο.

Previous Post Next Post