Σαν σήμερα στις 23 Μαρτίου του 1821, γίνεται η απελευθέρωση της πρώτης πόλης του Ελληνικού Κράτους από τον Τουρκικό Ζυγό και αυτή είναι η πόλη της Καλαμάτας.Στο παρόν άρθρο, θα δούμε τα γεγονότα που οδήγησαν σε αυτή την Απελευθέρωση η οποία άνοιξε τον δρόμο, για να γίνει το Ελληνικό Κράτος ελεύθερο, μετά από 400 χρόνια σκλαβιάς.
Τα γεγονότα πριν την Απελευθέρωση της Καλαμάτας
Σύμφωνα με τα σχέδια της Φιλικής Εταιρείας, η Πελοπόννησος θα ήταν το κέντρο της επανάστασης. Οι λόγοι που οδήγησαν στην επιλογή αυτή ήταν πολλοί.
Αρχικά, η ιδιόμορφη γεωγραφία της (χερσόνησος) καθιστούσε δύσκολη τη στρατιωτική ενίσχυσή της, καθώς βρισκόταν απομακρυσμένη από τα ισχυρά στρατιωτικά κέντρα και τις περιοχές στρατολόγησης των ενόπλων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Η ορεινή μορφολογία του εδάφους απέτρεπε τη γενικευμένη χρήση του ιππικού, ενώ τα στενά περάσματα δυσχέραιναν τη μετακίνηση μεγάλων στρατιωτικών μονάδων και διευκόλυναν την παρεμπόδισή τους από αριθμητικά υποδεέστερες ομάδες ενόπλων (κλεφτοπόλεμος). Τα δημογραφικά και τα οικονομικόκοινωνικά χαρακτηριστικά της περιοχής ευνοούσαν τη γρήγορη εξάπλωση της επανάστασης.
Η αναλογία μουσουλμάνων-χριστιανών που υπερέβαινε τη σχέση 1 προς 10 και η ενισχυμένη, συγκριτικά με άλλες περιοχές (π.χ. Ρούμελη) διοικητική και οικονομική παρουσία των προυχόντων που διέθεταν δικά τους σώματα ενόπλων (τους λεγόμενους κάπους) αποτελούσαν ευνοϊκές συνθήκες για την κατά τόπους επικράτηση της επανάστασης στην Πελοπόννησο.
Στους παράγοντες αυτούς θα προσθέσουμε το προνομιακό καθεστώς της Μάνης, περιοχής που δεν υπαγόταν στο Mορά Βαλεσή (διοικητή Πελοποννήσου) αλλά διοικούνταν από χριστιανό μπέη που υπαγόταν απευθείας στον καπουδάν-πασά (τον επικεφαλής του οθωμανικού στόλου). Για τους λόγους αυτούς ο Mοριάς υπήρξε από την αρχή περιοχή στην οποία στράφηκε το ενδιαφέρον των Φιλικών και στις παραμονές της επανάστασης είχε μυηθεί στην Εταιρεία η πλειονότητα των τοπικών ηγετικών παραγόντων.
«Στα τέλη του 1820 με αρχές του 1821 άρχισαν να καταφθάνουν στη Μάνη οι σημαντικότεροι από τους Έλληνες. Κάποιοι από αυτούς είχαν εκδιωχθεί ενώ κάποιοι άλλοι είχαν παραμερισθεί και όλοι από κοινού λίγο αργότερα θα διαδραμάτιζαν πρωταγωνιστικό ρόλο».
Την ίδια περίοδο έφτασε στη Μάνη και ο Παπαφλέσσας, ο οποίος ύστερα από την έντονη αντιπαράθεση που είχε στη συνάντηση της Βοστίτσας [Αίγιο] από τις 26 έως τις 29 Ιανουαρίου 1821 με τον Παλαιών Πατρών Γερμανό και τους διστακτικούς Αχαιούς προεστούς, αναζητούσε ασφαλές μέρος και κυρίως συνεργασία, προκειμένου να οργανώσει συλλογικά τα επόμενα βήματα.
«Η αναβλητικότητα του Μαυρομιχάλη, ο οποίος διέθετε αδιαμφισβήτητα κύρος και η επιρροή του στους συμπατριώτες του δημιουργούσε προβλήματα. Η συμμετοχή του ήταν αναγκαία στις κινητοποιήσεις, με συνέπεια η συμπεριφορά αυτή να προβληματίσει σοβαρά τους Φιλικούς, οι οποίοι είχαν φροντίσει από νωρίς με την αποστολή δύο φορές του Χριστόφορου Περαιβού στη Μάνη και νωρίτερα του Αθανάσιου Τσακάλωφ και του Διονυσίου Ευμορφόπουλου, να υπερκεράσουν την επιφυλακτικότητα και τις αμφιβολίες του».
«Προς την ίδια κατεύθυνση μάλιστα είχε εργασθεί φιλότιμα και ο Παπαφλέσσας με τον Κολοκοτρώνη. Παρόλα αυτά ο Πετρόμπεης επέμενε στις αρχικές του ενστάσεις, αναμένοντας να πληροφορηθεί τις προθέσεις της μεγάλης δύναμης του Βορρά απέναντι στην εκκολαπτόμενη κινητοποίηση των ομοδόξων της».
«Από τις αρχές Μαρτίου ωστόσο το κλίμα που επικρατούσε στη Μάνη παρά τη σχετική επιφυλακτικότητα ήταν επαναστατικό με συνέπεια οι Τούρκοι να ανησυχήσουν και να πάρουν την απόφαση να στείλουν τις οικογένειές τους σε ασφαλή μέρη μέσα στα κοντινότερα κάστρα. Ταυτόχρονα ο βοεβόδας της Καλαμάτας Σουλεϊμάν Αγάς Αρναούτογλου προσκάλεσε τους Έλληνες προεστούς και τους εξέφρασε ανοιχτά τους φόβους και τις ανησυχίες του».
Ορισμένοι για να τον καθησυχάσουν δεν δείλιασαν να του δώσουν τους γόνους τους ως εγγύηση της αξιοπιστίας τους και κάποιοι άλλοι προχώρησαν ακόμα περισσότερο, πείθοντάς τον ότι επειδή την ευρύτερη περιοχή λυμαίνονταν επικίνδυνοι κακοποιοί, φήμες που διέδιδαν οι ίδιοι, οι 150 Οθωμανοί ένοπλοι του, δεν επαρκούσαν για την άμυνα της πρωτεύουσας και ως εκ τούτου θα έπρεπε να ζητήσει τη βοήθεια των Μανιατών».
Το νέο της κήρυξης της επανάστασης διαδόθηκε από τη Μάνη στην υπόλοιπη Πελοπόννησο. Ακολούθησαν λίγες ημέρες για τη συγκέντρωση των πολεμιστών και την οργάνωση των σωμάτων και αμέσως σημειώθηκαν δύο εξορμήσεις των Μανιατών.
Η Επανάσταση και Απελευθέρωση της Καλαμάτας
«Ένα γεγονός που λειτούργησε στη συγκεκριμένη συγκυρία ως καταλύτης, ήταν η άφιξη στα μέσα Μαρτίου στο λιμάνι του Αλμυρού, του φορτωμένου με πολεμοφόδια ιστιοφόρου του καπετάν Χριστόδουλου Μέξη που είχαν στείλει οι Φιλικοί της Σμύρνης. Ο Παπαφλέσσας που κινούσε παρασκηνιακά στη φάση αυτή τα νήματα, ενημέρωσε αμέσως το Νικηταρά και τον Αναγνωσταρά για την άφιξη του επικίνδυνου φορτίου και τους κατέστησε υπεύθυνους για την ασφαλή μεταφορά του.
Το σκηνικό είχε στηθεί άψογα και οι `Έλληνες ήταν εξαιρετικά πειστικοί στους ισχυρισμούς τους, με συνέπεια ο Αρναούτογλου να διαπράξει το απονενοημένο διάβημα και να ζητήσει από τον Πετρόμπεη ενισχύσεις. Ο τελευταίος χωρίς να χάσει καθόλου χρόνο έσπευσε να ανταποκριθεί άμεσα στο αίτημα των Οθωμανών, αποστέλλοντας στις 20 Μαρτίου στην Καλαμάτα ένα σώμα εμπειροπολέμων Μανιατών, υπό το γιό του Ηλία Μαυρομιχάλη με το πρόσχημά της προστασίας της πόλης από τους περιφερόμενους κλέφτες».
«Ένα πρωινό του Μαρτίου ο ιπποκόμος του Αρναούτογλου Σουλεϊμάν αγά, βοεβόδα της Καλαμάτας, πηγαίνοντας να ποτίσει τα άλογα σε πηγάδι έξω από την πόλη, ανακάλυψε ένα σπασμένο κιβώτιο γεμάτο πυρίτιδα και γύρω του πλήθος από ίχνη ανθρώπων και ζώων. Ανέφερε το γεγονός στον Αρναούτογλου και εκείνος συνέλαβε αμέσως όλους τους προκρίτους της Καλαμάτας.
Ο Αρναούτογλου ρώτησε τους αιχμάλωτους πρόκριτους για το καραβάνι. Εκείνοι του απάντησαν ότι ήταν χωρικοί που μετέφεραν ελαιόλαδο και αλάτι και ότι ήταν οπλισμένοι για να αποτρέψουν πιθανή ληστρική ενέργεια από τους κλέφτες. Ο Αρναούτογλου όμως δεν τους πίστεψε και ειδοποίησε τους Τούρκους της Καλαμάτας να ετοιμαστούν για να φύγουν.
Με τους ολιγάριθμους άνδρες (150) που διέθετε δεν ήταν δυνατόν να υπερασπισθεί την πόλη. Όταν έμαθε όμως ότι τα περάσματα είχαν καταληφθεί από πολυάριθμες ομάδες κλεφτών, άλλαξε γνώμη και διέταξε να σταματήσουν οι προετοιμασίες για αναχώρηση.
«Στις 22 Μαρτίου, 2.000 ένοπλοι με επικεφαλής τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, τους Μούρτζινους, τους Καπετανάκηδες, τους Κουμουντουράκηδες, τους Κυβέλλους, τους Χρηστέηδες και τον Παναγιώτη Βενετσανάκη, σφίγγουν τον κλοιό γύρω από την πόλη. Παράλληλα πλησιάζουν ο Παπαφλέσσας, με τον Νικηταρά και τον Αναγνωσταρά.
Ο Αρναούτογλου εξαπέλυσε και αγγελιαφόρους προς όλες τις κατευθύνσεις ζητώντας βοήθεια, αλλά αυτοί συλλαμβάνονταν στον δρόμο από τους επαναστάτες. Οι Τούρκοι, θεωρώντας μικρή τη δύναμη που έστειλε ο Πετρόμπεης, ζήτησαν να έλθει ο ίδιος με περισσότερους άνδρες.
Τότε ξεκίνησε και ο Πετρόμπεης με 2.000 Μανιάτες απ’ όλα τα καπετανάτα της Μάνης και εισήλθε στην Καλαμάτα στις 23 Μαρτίου 1821. Μαζί του ήταν και οι Κολοκοτρώνης, Παπαφλέσσας, Νικηταράς, Αναγνωσταράς, Μούρτζινος και πολλοί άλλοι. Αμέσως, έστειλαν τελεσίγραφο στον Αρναούτογλου να παραδώσει τα όπλα μέσα σε διάστημα τριών ωρών. Οι Τούρκοι, έχοντας πέσει σε αυτήν την ευφυή παγίδα, αναγκάσθηκαν να παραδοθούν».
Οι νικητές διόρισαν μία επιτροπή, η οποία παρέλαβε όλα τα όπλα των Οθωμανών, τα οποία διαμοίρασε εις τους μη έχοντας Έλληνες. Τους Οθωμανούς, τους διαμοίρασαν εις τας οικίας Ζάρκου, Ηλία Τζάννε και Ι.Π. Κυριακού χορηγούντες εις πάντας αφθονία τα προς τροφής αυτών. Αλλά μετ` ολίγας ημέρας δια κάθε ενδεχόμενην υποψίαν διεμοίρασαν εξ αυτούς άλλους εις Μάνην και άλλους εις άλλας κώμας της Μεσσηνίας όπου τελικά θανατώθηκαν (ακόμη και ο Αρναούτογλου έτυχε της ίδιας μοίρας).
«Την επόμενη ημέρα 24η Μαρτίου πραγματοποιήθηκε πλησίον του ποταμού Νέδοντα στην βυζαντινή εκκλησία των Αγίων Αποστόλων, κατανυκτική λειτουργία και δέηση προς τον Θεόν από το σύνολο του ιερού κλήρου [24 ιερείς και ιερομόναχοι], ενδεδυμένοι τας ιερατικάς στολάς φέροντας και τις άγιες εικόνες, μαζί με όλους τους Έλληνες, οι οποίοι ήταν περισσότεροι από 6.000, στρατιωτικοί, πολιτικοί, έμποροι και λοιποί, γυναίκες και παιδιά.
Εκεί εψάλη η προς τον Ύψιστο δοξολογία και παράκλησις δια την έναρξη του υπέρ πίστεως αγώνα με δάκρυα χαράς και αγαλλιάσεως εις τους οφθαλμούς πάντων. Εκεί ευλογήθηκαν αι σημαίαι και απαξάπαντες ώμοσαν να προσενέγκωσιν εαυτούς ολοκαύτωμα υπερ της ανεξαρτησίας της Ελλάδος.
Συμπέρασμα
Πρωτεύουσα και ουσιαστική ήταν η θέση της πόλης της Καλαμάτας στην διαδικασία έναρξης του απελευθερωτικού αγώνος των Ελλήνων το 1821. Η Καλαμάτα, η πρωτεύουσα της Μεσσηνίας, κάλλιστα μπορεί να θεωρηθεί ως η επίτιμη «πρωτεύουσα» του Ελληνικού Κράτους, καθώς ήταν η πρώτη πόλη που απελευθερώθηκε το 1821 από τον τουρκικό ζυγό.
Στους Αγίους Αποστόλους, η Εκκλησία ευλόγησε την επαναστατική σημαία και ξεκίνησε ουσιαστικά η Επανάσταση και τυπικά στις 25 Μαρτίου από την Αγία Λαύρα.
Το πιο σημαντικό όμως στοιχείο από την απελευθέρωση της Καλαμάτας ήταν αναμφισβήτητα η αναπτέρωση του ηθικού όλων των άλλων πόλεων, οι οποίες ξεσηκώθηκαν για να φέρουν το ποθητό αποτέλεσμα της Ελευθερίας του ελληνικού λαού.
Βιβλιογραφία:
1)Πολιτικές και κοινωνικές όψεις της Επανάστασης του 1821 .Θανάσης Χρήστου Εκδόσεις ΠΑΠΑΖΉΣΗΣ Αθήνα 2013.
2)Νίκος Γιαννόπουλος ΟΙ ΜΑΧΕΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ -ΕΚΔΟΣΕΙΣ HISTORICALQUEST ΑΘΉΝΑ ΜΑΡΤΙΟΣ 2016.
3)«ΜΕΣΣΗΝΙΑΚΑ ΚΑΙ ΙΔΙΑ ΠΕΡΙ ΦΑΡΩΝ ΚΑΙ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ» Δουκάκης Χ. Δημήτριος Εκδόσεις; Α. Καλαράκη ΑΘΗΝΑ 1905.
Επιμέλεια: Θεοδώρα Φιλιοπούλου - Τζίφα για το Hondos News.