Αφιέρωμα στον αγωνιστή της Επανάστασης του 1821 Ιωάννη Μακρυγιάννη!

27 Απριλίου 1864: Πεθαίνει ο Γιάννης Μακρυγιάννης - Αργολικές Ειδήσεις 

ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ

 Είμαστε στο «εμείς» κι όχι στο «εγώ»

Ο Ιωάννης Μακρυγιάννης είναι ένας από τους λαοφιλέστερους ήρωες του 1821. Έμεινε στην ιστορία τόσο στους ένδοξους και σκληρούς αγώνες για την Ελευθερία, όσο και για τα Απομνημονεύματά του.

Το πραγματικό του όνομα ήταν Ιωάννης Τριαντάφυλλος. Το προσωνύμιό του «Μακρυγιάννης» το απέκτησε πολύ αργότερα επειδή ήταν πολύ ψηλός και λεπτός.

Γεννήθηκε στον Αβορίτη, ένα μικρό χωριό, το 1797. Σε μικρή κιόλας ηλικία γνώρισε το σκληρό πρόσωπο της ζωής, καθώς ο πατέρας του, Δημήτρης Τριαντάφυλλος, σκοτώθηκε από Τούρκους όταν ο ίδιος ήταν λίγων μηνών βρέφος.

 Η οικογένειά του μαζί με τους υπόλοιπους κατοίκους του μικρού οικισμού αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους για να γλιτώσουν από το μίσος των Τούρκων. Έπειτα από πολλές δυσκολίες κατάφεραν να φτάσουν στη Λιβαδειά. Ο Μακρυγιάννης αναγκάστηκε να δουλέψει από την ηλικία των 7 ετών, ενώ στα 14 του χρόνια πήγε στη Δεσφίνα και έπειτα από λίγο καιρό στην Άρτα.

 Προκειμένου να αποκτήσει περισσότερα χρήματα αγόραζε από τους αγρότες μικρών περιοχών δημητριακά και τα πουλούσε στην Άρτα. Με αυτό τον τρόπο κατάφερε να βγάλει αρκετά χρήματα και να αγοράσει μάλιστα και δικό του σπίτι. Έχοντας αποκτήσει πλούτη και όντας ανεξάρτητος και σεβαστός από όλους στην Άρτα, ο Μακρυγιάννης θα μπορούσε να απολαύσει μια ήρεμη και ήσυχη ζωή. Παρ’ όλα αυτά επέλεξε να συμμετέχει στον ξεσηκωμό του Γένους και να χαράξει τη δική του ένδοξη πορεία.

Το 1820 μυείται στη Φιλική Εταιρία και αφιερώνεται πια ολόψυχα στον Αγώνα. Τον Μάρτιο του 1821 φτάνει στην Πάτρα και παριστάνει τον έμπορο για να μην κινήσει τις υποψίες των Τούρκων. Πηγαίνει μάλιστα στο Ρωσικό Προξενείο για να πάρει περισσότερες πληροφορίες, ωστόσο κάποιος τον προδίδει και οι Τούρκοι κυκλώνουν το Προξενείο. Παρά το γεγονός ότι κατάφερε να ξεφύγει, ανήμερα της Κυριακής του Πάσχα συλλαμβάνεται. Βασανίζεται σκληρά για 75 ημέρες, αλλά σε καμία περίπτωση δεν προδίδει το μυστικό της Φιλικής Εταιρίας. 

Όταν πια η υγεία του βρισκόταν σε κρίσιμη κατάσταση παρακαλεί να τον βγάλουν από το μπουντρούμι και να τον πάνε σε έναν γιατρό. Χρειαζόταν φάρμακα, οπότε παρακάλεσε τον φρουρό να πάει –με το αζημίωτο φυσικά- να τα αγοράσει. Μόλις απομακρύνεται ο φρουρός, ο Μακρυγιάννης με όση δύναμη του είχε απομείνει φεύγει και βρίσκει καταφύγιο στο σπίτι ενός παλιού μα έμπιστου φίλου του, ξάδελφου του Αλή Πασά. Πολύ σύντομα ο Μακρυγιάννης δεν χάνει την ευκαιρία να ανταποδώσει το καλό στοντούρκο φίλο του. Τον φροντίζειόταν ο ίδιος αρρωσταίνει, πηγαίνοντας μαζί του στην Άρτα και παίρνοντας μεγάλο ρίσκο για τη ζωή του.

 Η εμπλοκή του Μακρυγιάννη (όπως και πολλών άλλων αγωνιστών) στον εμφύλιο πόλεμο αποτελεί μια μαύρη σελίδα στην ιστορία της ζωής και της δράσης του. Ο ίδιος, που άλλοτε κατηγορούσε τον Κωλέττη ως υπαίτιο της φαυλότητας με μόνο του μέλημα την εξουσία και όχι την πατρίδα, παρασύρεται και συνεργάζεται με τον Κωλέττη και τον Κουντουριώτη. Είναι να απορεί κανείς πώς ο Μακρυγιάννης πήρε το μέρος των πολιτικών, αλλά όπως και ο ίδιος επισημαίνει στα απομνημονεύματά του «Ήμουν άμαθος από τέτοια».

  

Ενώ ο εμφύλιος πόλεμος μαινόταν, οι αγωνιστές έδιναν καθοριστικές μάχες για 
την Ελευθερία. Μια τέτοια μάχη ήταν αυτή στο Νιόκαστρο. Ένα κάστρο με σαθρά τείχη και ελάχιστο νερό επέλεξε ο Μακρυγιάννης για να αντιμετωπίσει τον Ιμπραήμ. Κλείστηκε εκεί με τους συμπολεμιστές του και προσπαθούσε να αντιμετωπίσει τους πολλαπλάσιους πολεμιστές του Ιμπραήμ, όταν την ίδια στιγμή ο Κουντουριώτης βρισκόταν με αρκετό στρατό στη Χώρα Τριφυλλίας.

«Αυτείνη η μέρα ήταν πολύ φαρμακερή δια την πατρίδα, πούχασε τόσα παλληκάρια και σημαντικούς άντρες, στεριανούς και θαλασσινούς. ...... η θέση εκτεταμμένη. εμείς ολίγοι. Και το νερό τελείως. Κι’άγρυπνοι νύχτα και ημέρα...τόσες δυνάμεις μας έβλεπαν με τα κιάλια αδιάφοροι σαν να μην ήμαστε αδελφοί τους και συναγωνισταί τους. Μας έβλεπαν κι’ άκουγαν τον θρήνον των κανονιών μας που πετζοκοβόμαστε. Γιόμισε και το λιμάνι πνιγμένους.... Κι’οι Έλληνικές δυνάμεις μας τήραγαν από αλάργα».

Η κατάστασή τους ήταν τόσο απελπιστική που αναγκάστηκαν να διαπραγματευθούν με τον Ιμπραήμ για να σώσουν τη ζωή τους. 18 μέρες αργότερα και έπειτα από πολλές διαπραγματεύσεις ήρθαν ξένα καράβια. Από τους 800 πολιορκημένους, περίπου οι 60 δεν κατάφεραν να φτάσουν στα καράβια, καθώς οι Τούρκοι τους άρπαζαν τους βασάνιζαν και τους σκότωναν. 

 

Μπορεί να αναγκάστηκε να παραδώσει τα όπλα στον Ιμπραήμ στο Νιόκαστρο της Πύλου, αλλά δεν σταμάτησε να τον πολεμά. Ο Ιμπραήμ είχε καταλάβει την Τρίπολη και αργά ή γρήγορα θα κατευθυνόταν προς το Ναύπλιο. Ο Μακρυγιάννης έπεισε τους συμπολεμιστές του να τον πολεμήσουν στους Μύλους. Σε μια στιγμή ένα εχθρικό βόλι χτύπησε τόσο άσχημα το δεξί του χέρι που το κόκκαλο τσακίστηκε και του ‘πεσε το σπαθί. Δίπλωσε γρήγορα το χέρι του για να μην το δουν οι πολεμιστές του και συνέχισε να δίνει διαταγές.

  Ο τραυματισμός του ήταν αρκετά σοβαρός με αποτέλεσμα να φύγει από το Ναύπλιο και να πάει στην Αθήνα. Τότε στην Αθήνα είχε αρχίσει να συγκροτείται ένα σώμα από τακτικό στρατό. Παρουσιάστηκε στη Διοίκηση, παραιτήθηκε από όλα τα αξιώματά του και κατάχθηκε για εκπαίδευση ως απλός στρατιώτης. Ο Κιουταχής κατηφόριζε στην Αττική με αρκετές δυνάμεις και ο Μακρυγιάννης με τον Γκούρα (φίλο και κουμπάρο του) οχύρωσαν την Ακρόπολη για τον αντιμετωπίσουν. Τίποτα δεν κατάφερε να σταματήσει τον Μακρυγιάννη σε εκείνες τις μάχες στην Ακρόπολη. Ούτε ο θάνατος του Γκούρα, ούτε ο τραυματισμός του από βόλι στον λαιμό και έπειτα άλλοι δύο τραυματισμοί στο κεφάλι.

Όταν το όνειρο για το οποίο πολεμούσαν έγινε πραγματικότητα, ο Μακρυγιάννης διορίστηκε από τον Καποδίστρια γενικός αρχηγός της εκτελεστικής δύναμης της Πελοποννήσου. Έπειτα από τη δολοφονία του Καποδίστρια ήρθε ο βασιλιάς Όθωνας, τον οποίο ο Μακρυγιάννης προσπάθησε να στηρίξει,κάνοντάς τον μάλιστα και νονό ενός γιού του.

  Γρήγορα όμως συντάχθηκε με τους απογοητευμένους πατριώτες του και αποφάσισαν να πιέσουν τον Όθωνα να δώσει σύνταγμα. Αποφασίζει να τους συσπειρώσει και να απαιτήσουν οργανωμένα Σύνταγμα στις 3 Σεπτεμβρίου 1843. Μπροστά στην κατακραυγή ο Όθωνας παραχωρεί το Σύνταγμα, το οποίο όμως πολύ σύντομα αρχίζει να καταπατά.

  Ο Μακρυγιάννης κατηγορούσε συχνά το παλάτι, παρά την οικογενειακή σχέση που είχαν.  Επιχείρησαν να τον δολοφονήσουν 3 φορές και έστειλαν μπράβους στο σπίτι του να τον σκοτώσουν. Μέχρι και έξω από την εκκλησία αποπειράθηκαν να τον μαχαιρώσουν, αλλά οι παρευρισκόμενοι τον προστάτευσαν. Μη μπορώντας να καταφέρουν κάτι, τον κατηγόρησαν πως σκόπευε να σκοτώσει το βασιλικό ζευγάρι. Τον έσυραν λοιπόν στο στρατοδικείο με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας και με ποινή την εσχάτη των ποινών: θάνατος. Ώσπου να γίνει η εκτέλεσή του τον έκλεισαν σε ένα μπουντρούμι στην Ακρόπολη.

Τέτοιο ήταν το μίσος των αντιπάλων του. Εκεί που πριν από χρόνια ο Μακρυγιάννης έδινε μάχη για την Ελευθερία -και τραυματίστηκε μάλιστα 3 φορές-, εκεί τώρα οι αντίπαλοί του τον είχαν φυλακίσει. Τον Μακρυγιάννη όμως, όπως είπαμε, τον αγαπούσε ο λαός και ξεσηκώθηκε. Δεν τόλμησαν να τον εκτλέσουν. Μείωσαν την ποινή του σε ισόβια, έπειτα σε 20 χρόνια και ύστερα από ενέργειες του Καλλέργη αφέθηκε ελεύθερος στις 2 Σεπτεμβρίου του 1854.

Ο Μακρυγιάννης ήρθα πολλές φορές πρόσωπο με πρόσωπο με τον θανατά μα δεν λύγισε ποτέ. Οι πληγές του ήταν παράσημα τιμής για τον Αγώνα του. Η πληγή όμως που του κατάφεραν με το τελευταίο τους χτύπημα οι αντίπαλοί του ήταν τελικά αρκετά βαθιά. Η πίκρα που δοκίμασε στη φυλακή εξασθένισε τον οργανισμό και η υγεία του κλονίστηκε. Δεν ήταν πια ο Μακρυγιάννης που όλοι ‘ηξεραν. Στις 27 Απριλίου του 1864 άφησε την τελευταία του πνοή στο σπίτι του στο Κουκάκι.

Κανείς δεν ξέρει πώς θα είχε εξελιχθεί η ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης εάν η μητέρα του, η κυρά Βασιλική, δεν επέστρεφε να πάρει το μωρό της, που αναγκάστηκε να εγκαταλείψει στο δάσος για να μην γίνει αντιληπτή η φυγή των συγχωριανών της από τα κλάματα του.

Πιθανότατα ο Μακρυγιάννης να είχε προσφέρει ακόμη περισσότερα εάν οι αντίπαλοί του δεν τον έκλειναν φυλακή, απαξιώνοντας την ανιδιοτελή προσφορά ενός ανθρώπου που θυσιάστηκε για την πατρίδα.

 

Ένα πράμα μόνο με παρακίνησε κι εμένα να γράψω: ότι τούτη την πατρίδα την έχομεν όλοι μαζί, και σοφοί κι αμαθείς, και πλούσιοι και φτωχοί, και πολιτικοί και στρατιωτικοί, και οι πλέον μικρότεροι άνθρωποι... Είμαστε στο «εμείς» κι όχι στο «εγώ»”.

 Πηγές:

1.      Ο μπαρμπα Μακρυγιάννης, εκδ. Στρατίκη

2.      Απομνημονεύματα, επεξεργασία μετάφρασης Ιωάννης Καζάζης  

Επιμέλεια: Ιωάννα Παναγούλη για το Hondos News.

E

Post a Comment

To Hondos News σέβεται το δικαίωμα όλων των χρηστών να εκφράζουν ελεύθερα την άποψή τους ωστόσο διατηρεί το δικαίωμα, να μην δημοσιεύει συκοφαντικά και υβριστικά σχόλια. Έτσι όποια σχόλια, περιέχουν ακατάλληλα προς το κοινό χαρακτηριστικά θα αποσύρονται από τον ιστότοπο.

Previous Post Next Post