Τα Χριστούγεννα είναι μια από τις σημαντικότερες γιορτές του Χριστιανισμού καθώς γιορτάζεται η κατά σάρκαν γέννηση του Χριστού ή Μεσσία [σωτήρα]. Αυτό που δε γνωρίζουν πολλοί είναι πως και οι αρχαίοι Έλληνες γιόρταζαν τα Χριστούγεννα με το δικό τους τρόπο έχοντας τη δική τους παράδοση. Πως γίνεται όμως να ξέρουν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι την ύπαρξη και τη γέννηση του Χριστού πριν καν ακόμα γεννηθεί;
Είχαν το δικό τους Θείο Βρέφος, τα δικά τους
κάλαντα, τον δικό τους Άγιο Βασίλη και τη δικιά τους Παρθένο Μητέρα τα οποία
προσάρμοσαν στη δική τους παράδοση, ιστορία και πιστεύω.
Οι πρωταγωνιστές των
εορτασμών αυτών ήταν δύο σημαντικές θεότητες, ο Διόνυσος και ο θεός Ήλιος. Ο
Διόνυσος αναφέρεται ως θείο βρέφος που γεννήθηκε από την παρθένο Σεμέλη, ενώ
πατέρας του ήταν ο ύψιστος των θεών, ο νεφεληγερέτης και πατέρας θεών και
αθανάτων Δίας. Ο Διόνυσος ήταν θεός πάρα πολύ σημαντικός, προστάτης του
κρασιού, της κρεπάλης, της έκστασης, του χορού και του τραγουδιού. Ακόλουθοί του
ήταν οι τραγόμορφοι σάτυροι, οι μαινάδες και οι Σιληνοί έχοντας αποκρουστικές
μορφές. Ο Διόνυσος σαν θεός είναι πανάρχαιος καθώς αναγράφεται ήδη από τη
Μυκηναϊκή εποχή. Μάλιστα τον Δεκέμβριο γιορτάζεται ο θάνατος του από τους
Τιτάνες και στις 30 Δεκεμβρίου η ανάστασή του.
Οι τραγόμορφοι
σάτυροι σχετίζονταν με τους βοσκούς αιγοπροβάτων και κρατούσαν ποιμενική ράβδο
και σαν θεός σχετιζόμενος με την ύπαιθρο κατά την παράδοση ήταν οι βοσκοί, μετέπειτα
ιερείς του Καλού Ποιμένα και της
αιγυπτιακής θεότητας Όσιρι ενώ, το σπήλαιο του Πάνα παρομοιάζεται με τη γνωστή
φάτνη.
(ερυθρόμορφη παράσταση του Διόνυσου και των ακολούθων του κάτω από άμπελο)
Η παράδοση του Αγίου Βασιλείου με το έλκηθρο, τους ταράνδους
και το μοίρασμα των δώρων έχει και αυτό αρχαία ελληνική παράδοση, μόνο που τότε
ήταν ο θεός Ήλιος [Φωτοφόρος] που
παριστανόταν καθισμένος στο άρμα του που το έσερναν τα φτερωτά άλογά του και το δώρο που μοίραζε ήταν
το πολύτιμο φως του ήλιου.
Στην αρχαιότητα δεν έφτιαχναν τις περίφημες
βασιλόπιτες αλλά γλυκά ή άρτο που
πρόσφεραν σε μεγάλες αγροτικές γιορτές. Τέτοιες ήταν τα Θαλύσια και τα
Θεσμοφόρια[ γέννηση του Διονύσου]. Δένδρο δεν στόλιζαν όπως τώρα [έλατο, κυπαρρίσι κ.α.],
κάτι που το Βυζάντιο πολύ αργότερα χαρακτήρισε ειδωλολατρικό έθιμο. Τότε
στόλιζαν ένα κλαδί ελιάς ή αγριελιάς [κότινος] την λεγόμενη Ειρεσιώνη που
στολιζόταν με γιρλάντες μαλλιού και κρεμούσαν δημητριακά, κάστανα, αμύγδαλα και
άλλα .
Την Ειρεσιώνη περιέφεραν
τα παιδιά που τραγουδούσαν τα κάλαντα [καλένδες]
κατά τα Πυανέψια [γιορτή σχετική με τον Θησέα] περιμένοντας
φιλοδώρημα σε όσους τα τραγουδούσαν. Όταν επέστρεφαν στα σπίτια τους κρεμούσαν
τα κλαδιά στην εξώπορτά τους μέχρι την ίδια μέρα τον επόμενο χρόνο που έβαζαν
το νέο και το παλιό το έκαιγαν .
Τα κάλαντα κατά την παράδοση δημιουργήθηκαν από τον Όμηρο μαζί με μια ομάδα ανθρώπων κατά την παραμονή του στη Σάμο που συμβόλιζαν τη χαρά, τον πλούτο, την αισιοδοξία και την ειρήνη και τα τραγουδούσαν σε πλούσιους. Τραγουδούσαν για καλή τύχη και ευφορία της γης.
Όπως φάνηκε λοιπόν ο Χριστιανισμός, πήρε πολλά δάνεια από την αρχαιοελληνική παράδοση και τα ενσωμάτωσε στη δικής της. Εύστοχο πάντως είναι να παρατηρήσει κανείς πως οι αρχαίοι Έλληνες διέθεταν τεράστια φαντασία και ήθελαν να γεμίζουν τον χρόνο τους με τη διασκέδαση, τη γιορτή και το γλέντι.
Επιμέλεια: Αντώνης Λουκόπουλος