Το 1981 ανασκαφείς ανακάλυψαν στη περιοχή της Εύβοιας και συγκεκριμένα στο Λευκαντί [περιοχή μεταξύ Χαλκίδας και Ερέτριας] στο νεκροταφείο της Τούμπας, ένα θαυμάσιο ταφικό σύνολο του 10ου αιώνα π.Χ., δηλαδή την Πρωτογεωμετρική Εποχή, όπου μέσα σε φυσικό βράχο είχαν σκαφτεί δύο ορύγματα όπου εμπεριέχονταν τα κατάλοιπα τεσσάρων αλόγων και δύο ανθρώπων.
Τα κτερίσματα που βρέθηκαν υποδηλώνουν μεγάλη οικονομική
άνθηση μεταξύ των χρόνων 1100-700 π.Χ. , καθώς και την ύπαρξη εμπορικών σχέσεων
με την εγγύς Ανατολή, καθώς βρέθηκαν χρυσά κοσμήματα όπως και είδη πολυτελείας
από τη περιοχή αυτή ενώ, πήλινες μήτρες που ανακαλύφθηκαν υποδηλώνουν την
ύπαρξη εργαστηρίου χαλκοπλαστικής από τον 9ο αιώνα π.Χ. .
Το κτίριο
Το κτίριο που ανασκάφτηκε πρέπει να ήταν σημαντικό για την
περιοχή αυτή του οποίου το μήκος έφτανε μεταξύ των 48-50 μ. ενώ το πλάτος του
έφτανε τα 10-13μ.
Ήταν ορθογώνιο κτίριο του οποίου η μια στενή πλευρά ήταν
αψιδωτή. Η βάση ήταν από λίθους, ενώ οι τοίχοι ήταν πλίνθινοι. Γύρω από την
αίθουσα, υπήρχε ίσως η πιο πρώιμη εξωτερική κιονοστοιχία, η οποία ήταν ξύλινη [βάσει
οπών που βρέθηκαν], και θεωρείται ένας πρόδρομος των κιονοστοιχιών των
μετέπειτα ελληνικών ναών. Σύμφωνα πάντα
με τα ευρήματα που οι αρχαιολόγοι έφεραν στο φως και με βάσει τις διάφορες άλλες
ανακαλύψεις παρόμοιων κτιρίων, το συγκεκριμένο θεωρείται το μεγαλύτερο κτίριο
της Ύστερης Ελλαδικής Εποχής ΙΙΙΓ [ΥΕ ΙΙΙΓ] αλλά και του 8ου αιώνα. Το
αψιδωτό δωμάτιο, χρησίμευε ως χώρος αποθήκευσης, το οποίο είναι γνωστό από τις
κοιλότητες για την τοποθέτηση των πίθων. Η επικοινωνία του δωματίου αυτού,
επιτυγχανόταν μέσω του κεντρικού
διαδρόμου στις πλευρές του οποίου υπήρχαν δύο τετραγωνισμένοι μικροί θάλαμοι. Η
στέγη ήταν ψηλή και δίρριχτη από φθαρτά υλικά που δε σώζονται σήμερα.
Οι ταφές
Όπως ήδη προαναφέρθηκε, βρέθηκε στο εσωτερικό του κτιρίου και
συγκεκριμένα στο μέσον της κεντρικής αίθουσας η ταφή ενός πολεμιστή, του οποίου
η σορός όπως φαίνεται είχε αποτεφρωθεί και τα λείψανα της καύσης [όχι μόνον
σορός του νεκρού αλλά και προσωπικά αντικείμενα όπως τα όπλα του που πετάχτηκαν
στη διάρκεια της καύσης μαζί με το νεκρό ακόμα και χρηστικά αντικείμενα,
τελετουργικά και σπονδές στο νεκρό όπως τρόφιμα, κρασί και άλλα] είχαν
τοποθετηθεί μέσα σε χάλκινο αγγείο, Κυπριακής προέλευσης με πώμα, χάλκινη
φιάλη. Η τέφρα είχε τυλιχτεί σε ύφασμα. Αξιοσημείωτο είναι πως η ταφή έχει γίνει με το τυπικό της ομηρικής
εποχής. Δίπλα από τη ταφή του πολεμιστή υπήρχε μια άλλη, πιθανότατα της συζύγου
του που είχε ταφεί με τα κοσμήματά της εισηγμένα πολλά από την Εγγύς Ανατολή. Στο
δεύτερο όρυγμα, είχαν τοποθετηθεί τέσσερα άλογα που μάλλον ανήκαν στον
πολεμιστή του οποίου η οικία-ανάκτορο επίσης ανήκε .
Η χρήση του κτιρίου μετά τις ταφές και ο ''Ηρωισμός''
Μετά τις ταφές το κτίριο παρέμεινε σε λειτουργία για μερικά
χρόνια ακόμα όπου λάμβαναν χώρα τελετουργικά
δείπνα δίπλα στο τάφο, όπου οι παρευρισκόμενοι ήθελαν να συνδεθούν με το
ζευγάρι που είχε ταφεί εκεί. Ακόμα και η
τοπική ελίτ, ήθελε να συνδεθεί με τους ήρωες
νεκρούς και αποσκοπούσαν σε πολυτελή
κηδεία. Τα δείπνα ήταν μικρές εφήμερες εκδηλώσεις με μικρό αριθμό συνδαιτυμόνων
ενώ αργότερα μετατράπηκε σε μνημείο. Από τη στιγμή που πλέον είχε
κατεδαφιστεί και έγινε τύμβος μαφού πρώτα καλύφθηκε από τεράστιο γήλοφο, ανοικτό
για το κοινό όπου στόχος πάλι ήταν η σύνδεση όλου του τοπικού πληθυσμού με το
ζευγάρι .
Η εποχή κατά την οποία το κτίριο ήταν σε χρήση και έγινε
μνημείο χρονολογείται την περίοδο μεταξύ 1000-950 π.Χ. Το ενταφιασμένο ζευγάρι ηρωοποιήθηκε,
δηλαδή στο σημείο αυτό ξεκίνησε η λεγόμενη ηρωολατρεία, τιμές σε σπουδαίο νεκρό. Η κάθε κοινότητα είχε την ανάγκη της συνοχής,
του κοινού προγόνου ο οποίος λειτουργούσε ως πιστοποιητικό για το γεγονός ότι η
γη στη οποία κατοικούσαν ανήκε στους προγόνους τους και άρα ανήκε και στους
ίδιους που την κληρονόμησαν ενώ, από τη στιγμή που δεν είχαν συγκεκριμένους
επινοούσαν κάποιους. Οι βασιλείς, οι αριστοκράτες ακόμα και μνημεία της Μυκηναϊκής
εποχής θεωρούνται κοινά των τοπικών πληθυσμών και συνεπώς προστάτες τους. Το
φαινόμενο της ηρωολατρείας παρατηρείται σε πολλές περιοχές της Ελλάδας εξαιτίας
των ίδιων αναγκών.
Σχεδιαγραμματική άποψη της ταφής του Ηρωικού Ζεύγους.
Τα κτερίσματα του Τάφου
Η ταφή του νεκρού πολεμιστή αποτελείται από κτερίσματα του είδους των σιδερένιων όπλων, μεταλλικά κοσμήματα και εισηγμένα είδη πολυτελείας που του ανήκαν και δηλώνουν ότι ο νεκρός εκτός από πολεμιστής ήταν και ο βασιλιάς του Λευκαντί ενώ, τα χρυσά κτερίσματα της νεκρής συζύγου πολλά από τα οποία προέρχονται από τον χώρο της εγγύς ανατολής και της Αιγύπτου. Οι επαφές με άλλες περιοχές, δηλώνει εμπόριο το οποίο είναι και κύρια πηγή εσόδων για το ανάκτορο του πολεμιστή.
Χρυσά κοσμήματα της νεκρής συζύγου του πολεμιστή.
Το ύφασμα με το οποίο τύλιξαν τη τέφρα του νεκρού ήταν
κροσσωτό και το παλιότερο ένδυμα που έχει σωθεί στην Ελλάδα το οποίο ανάγεται
στον 10ο αιώνα και φυλάγεται σήμερα στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.
Το αρχαιότερο σωζόμενο ύφασμα στον Ελλαδικό χώρο
Σημαντικής σημασία εύρημα, αποτελεί ο Κένταυρος που χρονολογείται λίγο πριν το 900 π.Χ. το σώμα του είναι κυλινδρικό και τροχήλατο και τα πόδια είναι κολλημένα φυσικά στο σώμα ενώ, το κεφάλι είναι πολύ καλοδουλεμένο για την εποχή. Στο δεξί πόδι, φέρει τραύμα που σε περίπτωση που δεν είναι τυχαία θα πρέπει να τον συνδέσουμε με τον Κένταυρο Χείρωνα που τραυματίστηκε από τα βέλη του Ηρακλή.
Όμηρος Ιλιάδα ψ 250-257
Την πυρκαγιά με το λαμπρό κρασί εσβήσαν όλην,
Όσον εβόσκησε η φωτιά και βαθιά στάκτη εγίνη.
Και κλαίγοντας τα κόκκαλα του αγαπημένου φίλου
Εις χρυσήν στάμνα εσύναζαν με διπλωτό κνισάρι
Και εις την σκηνήν τα εσκέπαζαν με ένα λεπτό σινδόνι .
Και στην πυράν ολόγυρα του τάφου εσύραν κύκλον
Θεμέλια κτίσαν και σωρό τα χώματα σηκώσαν .
Χάλκινο αγγείο με τη τέφρα του νεκρού πολεμιστή Το δεξί πόδι με τραύμα του Κένταυρου
Εν κατακλείδι το αψιδωτό κτίριο στο Λευκαντί, πέραν των
σημαντικών υλικών ευρημάτων που μας
έδωσε, παρέχει και πολλές πληροφορίες για μια άγνωστη εποχή. Οι εμπορικές
επαφές με την ανατολή, δείχνει ότι οι Έλληνες είχαν αναπτύξει την τέχνη της ναυσιπλοΐας
και εμφανίζεται η εισαγωγή μετάλλων και κοσμημάτων από ξένες περιοχές, θέματα
που είχαν παγώσει μετά το τέλος των μυκηναϊκών ανακτόρων και την υποβάθμιση της
τότε κοινωνίας. Είναι μια εποχή τυλιγμένη με ένα πέπλο μυστηρίου, που ανά πάσα
στιγμή με τα οποιαδήποτε ευρήματα που μπορούν να βρεθούν είναι δυνατόν να
αρχίσουν να ξεδιαλύνουν αυτό το μυστήριο της εποχής εκείνης. Οπότε αναμένουμε
τις εξελίξεις!
Αρχαιολογικός χώρος του Λευκαντί.
Βιβλιογραφία:
1)Neer Richard, Τέχνη και Αρχαιολογία του Ελληνικού Κόσμου περ.
2500-150 π.Χ, Ινστιτούτο του Βιβλίου - Καρδαμίτσας
2)Πλάντζος Δημήτρης, Ελληνική Τέχνη και Αρχαιολογίας, 1200-30
π.Χ.
Επιμέλεια: Αντώνης Λουκόπουλος.