Το Δεκέμβριο του 1944 έλαβαν χώρα ένοπλες συγκρούσεις στην πόλη της Αθήνας, μεταξύ των δύο αντάρτικων οργανώσεων (ΕΑΜ,ΕΛΑΣ), τα οποία υποστήριξε το Κ.Κ.Ε εναντίον του κυβερνητικού στρατού και των Βρετανικών δυνάμεων.
Η σύγκρουση αυτή προήλθε από το κενό εξουσίας, το οποίο δημιουργήθηκε μετά την αποχώρηση του γερμανικού στρατού στις 12 Οκτωβρίου του 1944. Στις 18 Οκτωβρίου έφθασε στην Αθήνα ο Γεώργιος Παπανδρέου, ο οποίος δύο μέρες μετά σχημάτισε κυβέρνηση εθνικής ενότητας με τον ίδιο πρωθυπουργό. Αξίζει να τονίσουμε ότι συμμετείχαν και έξι υπουργοί, οι οποίοι προέρχονταν από το ΕΑΜ (Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο). Η προσωρινή κυβέρνηση εθνικής ενότητας, έπρεπε πρώτα από όλα να επιλύσει το θέμα των αντιστασιακών οργανώσεων και έπειτα να δημιουργήσει ένα ισχυρό εθνικό στρατό.
Στις 5 Νοεμβρίου του 1944 ο πρωθυπουργός Γεώργιος
Παπανδρέου, ανακοίνωσε ότι οι αντιστασιακές οργανώσεις ο ΕΛΑΣ (Ελληνικός Λαϊκός
Απελευθερωτικός Στρατός ) και ο ΕΔΕΣ θα παρέδιδαν τα όπλα τους. Αυτό βέβαια
έγινε με τη συμβολή, που είχε ο στρατηγός Σκόμπι, ο οποίος ήταν ο επικεφαλής
των βρετανικών δυνάμεων στρατού, που βρίσκονταν στην Ελλάδα. Η διορία θα έληγε
στις 10 Δεκεμβρίου του 1944.
Όμως, αυτή
η απόφαση δεν άρεσε καθόλου στο Κ.Κ.Ε, επειδή θεώρησε ότι μία ενδεχόμενη
αποστράτευση του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ, θα του αφαιρούσε ένα ισχυρό χαρτί, για να
επιβάλλει ένα κομμουνιστικό καθεστώς, που θα είχε σαν πρότυπο του το
κομμουνιστικό καθεστώς της Σοβιετικής Ένωσης. Στις 28 Νοεμβρίου οι
διαπραγματεύσεις οδηγήθηκαν σε πλήρη αδιέξοδο και την 1η Δεκεμβρίου
αποχώρησαν από την κυβέρνηση οι έξι υπουργοί, οι οποίοι προέρχονταν από το ΕΑΜ.
Ήταν ξεκάθαρο ότι τα πράγματα θα οδηγούνταν σε ένοπλη σύγκρουση μεταξύ των δύο
πλευρών.
Το ΕΑΜ σε
μια επίδειξη ισχύος διοργάνωσε ένα μεγάλο παναθηναϊκό συλλαλητήριο στην Πλατεία
Συντάγματος. Παρά την απαγόρευση της κυβέρνησης, υπολογίζεται ότι πήραν μέρος
στο συλλαλητήριο περισσότεροι από 100.000 άνθρωποι, ενώ ορισμένες ιστορικές
πηγές αναφέρουν ότι συμμετείχαν 500.000 άνθρωποι στο συλλαλητήριο. Το
συλλαλητήριο κατέληξε αιματηρό, αφού σκοτώθηκαν 30 άτομα και τραυματίστηκαν 148
άνθρωποι από πυρά των κυβερνητικών δυνάμεων. Υπάρχουν τρεις εκδοχές για τα πυρά,
που δέχθηκαν οι διαδηλωτές. α) ότι κάποιος πυροβόλησε από το πλήθος και αυτό
είχε ως αποτέλεσμα να απαντήσουν οι αστυνομικές δυνάμεις και αυτές με πυρά, β)
ότι πυροβόλησε απρόκλητα η αστυνομία και γ) ότι πυροβόλησαν βρετανοί
στρατιώτες, με σκοπό να δημιουργήσουν προβοκάτσια.
Την επόμενη
ημέρα έγιναν οι κηδείες των θυμάτων, ενώ άρχισαν να γενικεύονται οι συγκρούσεις
μεταξύ των δύο πλευρών. Το ΕΑΜ διοργάνωσε νέα διαδήλωση, όπου είχαμε και άλλους
νεκρούς. Το ίδιο βράδυ ο Γεώργιος Παπανδρέου υπέβαλε την παραίτηση του από το
αξίωμα του πρωθυπουργού, αλλά μεταπείστηκε από τους Άγγλους και παρέμεινε στη
θέση του.
Στις 3 Δεκεμβρίου άρχισαν και επίσημα οι συγκρούσεις
στην Αθήνα. Ο ΕΛΑΣ είχε υπό τον πλήρη έλεγχο του σχεδόν όλη την Αθήνα, εκτός
από το κέντρο της πόλης. Ο ΕΛΑΣ είχε περίπου 20.000 άνδρες, 10.000 εξ αυτών
ήταν μάχιμοι και οι υπόλοιποι ήταν εφεδρικοί. Η κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου
είχε περίπου 10.000 μάχιμους στρατιώτες στους οποίους συμπεριλαμβάνονταν και οι
άνδρες της εμπειροπόλεμης 3ης Ορεινής Ταξιαρχίας. Επιπρόσθετα, πρέπει να
υπολογίζουμε και τους 5.000 βρετανούς στρατιώτες υπό τον υποστράτηγο Ρόναλντ
Σκόμπι, οι οποίοι ήταν και καλύτεροι εξοπλισμένοι.
Η πρόθεση του ΕΛΑΣ στη Μάχη της Αθήνας ήταν να αφοπλίσει όσες αστυνομικές υπηρεσίες αντιστέκονταν, ώστε να αποδυναμώσει τον αντίπαλο. Ιδιαίτερα σκληρές μάχες δόθηκαν στην περιοχή Μακρυγιάννη για τον έλεγχο του Συντάγματος Χωροφυλακής που έδρευε εκεί (6 έως 11 Δεκεμβρίου του 1944).Όταν οι Βρετανοί κατάλαβαν ότι τα πράγματα είχαν λάβει άσχημη τροπή για αυτούς, απέσπασαν ορισμένες στρατιωτικές μονάδες τους από την Ιταλία, με σκοπό να ενισχύσουν το μέτωπο στη μάχη της Αθήνας.
Από τα μέσα του Δεκεμβρίου άλλαξε η
τροπή του μετώπου. Οι κυβερνητικές δυνάμεις άρχισαν σταδιακά να κερδίζουν
έδαφος. Οι Βρετανοί με επίλεκτους στρατιώτες, άρματα μάχης και αεροπορία, αφού
πρώτα εξουδετέρωσαν τη δύναμη του ΕΛΑΣ στις ανατολικές συνοικίες της Αθήνας και
ιδιαίτερα στο προπύργιό τους, που ήταν η Καισαριανή, άρχισαν να εκκαθαρίζουν το
κέντρο της πόλης, όπου έλαβαν χώρα τρομερές οδομαχίες στα στενά σοκάκια γύρω από την Πλατεία Ομονοίας, στου Ψυρρή και
το Μεταξουργείο.
Ο πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας Ουίλσον Τσόρτσιλ θεώρησε ότι πρόβλημα της Ελλάδας δεν θα λυνόταν με στρατιωτικό τρόπο, αλλά μόνο με πολιτικό. Γι’ αυτό το λόγο, ήλθε στην Αθήνα ανήμερα των Χριστουγέννων. Έγιναν πολλές συσκέψεις στο Υπουργείο Εξωτερικών στις 26 και στις 27 Δεκεμβρίου στις οποίες συμμετείχαν και εκπρόσωποι του ΕΑΜ. Αποφασίστηκε να ζητηθεί από τον εξόριστο Βασιλιά Γεώργιο Β' να ορίσει Αντιβασιλέα και συγκεκριμένα τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Δαμασκηνό. Ήταν μία ευφυής κίνηση του Άγγλου πολιτικού, για να μικρύνει το χάσμα ανάμεσα στις δύο πλευρές.
Στα πολιτικά ζητήματα υπήρξε πλήρης διαφωνία. Ο Γιώργος Σιάντος, ο οποίος ήταν κορυφαίο στέλεχος του Κ.Κ.Ε απαίτησε να δοθούν στο ΕΑΜ σχεδόν τα μισά Υπουργεία, να διωχθούν από τον κρατικό μηχανισμό οι δωσίλογοι, να διαλυθεί η Χωροφυλακή, να γίνει δημοψήφισμα για το πολιτειακό το Φεβρουάριο και εκλογές τον Απρίλιο του 1945. Οι όροιαυτοί , απορρίφθηκαν απ' όλους τους πολιτικούς, καθώς πίστευαν ότι θα οδηγούσαν σε κομμουνιστικοποίηση του κράτους. Το ΚΚΕ έδειξε αδιαλλαξία, έχοντας την ψευδαίσθηση ότι η έλευση του Τσόρτσιλ στην Αθήνα ήταν ένδειξη αδυναμίας και δεν προχώρησε σ’ ένα συμβιβασμό, που θα του επέτρεπε να διασώσει τις δυνάμεις του και να αποκτήσει σημαντικό μερίδιο της εξουσίας.
Στις 30 Δεκεμβρίου, ο βασιλιάς Γεώργιος Β’ μετά από τις πιέσεις, που του άσκησαν οι Βρετανοί, διόρισε τον Αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό ως Αντιβασιλέα και ανακοίνωσε την πρόθεσή του να επιστρέψει στην Ελλάδα, μόνο αν το θελήσει ο λαός, μέσω δημοψηφίσματος. Ο Γεώργιος Παπανδρέου παραιτήθηκε από το αξίωμα του πρωθυπουργού και στις 3 Ιανουαρίου του 1945 και τον διαδέχθηκε ο Νικόλαος Πλαστήρας.
Στις 5 Ιανουαρίου του 1945 οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Αθήνα, υπό την πίεση των υπέρτερων κυβερνητικών και βρετανικών δυνάμεων. Στις 11 Ιανουαρίου ο ΕΛΑΣ υπέγραψε ανακωχή με τους Βρετανούς και στις 12 Φεβρουαρίου του 1945 έληξαν και τυπικά τα «Δεκεμβριανά», με τη Συμφωνία της Βάρκιζας. Το ΕΑΜ και το ΕΛΑΣ είχαν ηττηθεί στρατιωτικά και πολιτικά. Τα «Δεκεμβριανά» είχαν πλέον τελειώσει με βαρύτατες συνέπειες και για τις δύο πλευρές.
Επιμέλεια: Ευάγγελος Κούλης